Oι στόχοι των εντολέων μας
είναι οι προκλήσεις μας

Νόμιμη η Υπουργική Απόφαση αριθμό Ζ1-74/4-2-2011 για την απαγόρευση διατύπωσης και χρήσης όρων που προβλέπουν, χωρίς εύλογα κριτήρια, αύξηση των ασφαλίστρων νοσοκομειακής περίθαλψης

Με την με αριθμό 552/2019 απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας απορρίπτεται αίτηση ακυρώσεως μεγάλης ασφαλιστικής εταιρίας κατά της με αριθμό  Ζ1-74/4-2-2011 (ΦΕΚ Β 292) απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, με την οποία απαγορεύεται η διατύπωση και χρήση γενικού όρου σε συμβάσεις ασφαλίσεως νοσοκομειακής περίθαλψης που επιτρέπει στην ασφαλιστική εταιρεία να προβαίνει, κατά τη διάρκεια της σύμβασης ασφαλίσεως ή σε οποιαδήποτε ημερομηνία ανανέωσης της κάλυψης αυτής, σε αύξηση των ασφαλίστρων χωρίς να καθορίζονται κριτήρια ειδικά εκ των προτέρων, ορισμένα και εύλογα για τον καταναλωτή με βάση τα οποία θα γίνεται η αύξηση αυτή.  

Η παραπάνω υπουργική απόφαση έχει εκδοθεί με βάση το άρθρο 10 παρ. 21 ν. 2251/1994, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 ν. 3587/2007,  το οποίο θεσπίζει τη  δυνατότητα του Υπουργού Ανάπτυξης να καθορίζει όρους και προϋποθέσεις προσαρμογής της συναλλακτικής συμπεριφοράς των προμηθευτών στο δεδικασμένο αμετάκλητων δικαστικών αποφάσεων επί αγωγών καταναλωτή ή ενώσεων καταναλωτών, εφόσον οι συνέπειες του δεδικασμένου έχουν ευρύτερο δημόσιο ενδιαφέρον για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την προστασία των καταναλωτών. Ο Υπουργός Ανάπτυξης εξέδωσε αρχικά, με βάση την παραπάνω εξουσιοδοτική διάταξη,  την απόφαση Ζ1-798/25.06.2008 (ΦΕΚ Β 1353/2008), με την οποία, αξιοποιώντας αμετάκλητες αποφάσεις  που είχαν εκδοθεί επί συλλογικών αγωγών ενώσεων καταναλωτών και έκριναν ως καταχρηστικούς πλήθος όρων τραπεζικών συμβάσεων, απαγόρευσε τη διατύπωση και χρήση των όρων αυτών στις συμβάσεις των τραπεζών  με τους καταναλωτές. Η Υπουργική Απόφαση εμπεριέχει αναλυτικό κατάλογο των όρων αυτών. Μάλιστα, τραπεζικοί οργανισμοί αμφισβήτησαν τη νομιμότητα έκδοσης της απαγόρευσης αυτής προσφεύγοντας στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ωστόσο, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την με αριθμό 1210/2010 απόφασή της, απέρριψε την αίτηση ακύρωσης.

Εν συνεχεία, ο Υφυπουργός Εργασίας, στον οποίο είχε διαβιβαστεί η παραπάνω αρμοδιότητα του άρθρου 10 παρ. 21 ν. 2251/1994, και αφού είχε ακολουθήσει και η με αριθμό Ζ1-21/17-1-2011 απόφασή του (ΦΕΚ Β 21), η οποία αφορούσε επίσης καταχρηστικούς όρους τραπεζικών συμβάσεων, πρόσθεσε, με την Απόφασή του   Ζ1-74/4-2-2011 (ΦΕΚ Β 292), στη λίστα των απαγορευμένων γενικών όρων συναλλαγών και τον όρο που προβλέπει  την αναπροσαρμογή του ασφαλίστρου σε συμβάσεις κάλυψης εξόδων νοσοκομειακής περίθαλψης δίχως να εμπεριέχονται σαφή, καθορισμένα στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή κριτήρια. Ο εν λόγω όρος είχε κριθεί καταχρηστικός με την με αριθμό 1030/2001 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αφορούσε σε υπόθεση συλλογικής αγωγής ενώσεως καταναλωτών κατά ασφαλιστικής εταιρίας και, έκτοτε,  σε πλήθος αποφάσεων επί ατομικών αγωγών (ενδ. ΕφΑθ 4108/2012, ΠΠΑ 1539/2018, 1025/2018, 1227/2016, 4065/2015).

Η με αριθμό 552/2019 απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας απορρίπτει, μεταξύ άλλων,  τους λόγους ακυρώσεως της εταιρίας ότι η προσβαλλόμενη διάταξη έχει εκδοθεί καθ’ υπέρβαση ή κατά κακή χρήση της νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, κρίνει ότι η θέσπιση της επίμαχης κανονιστικής ρύθμισης κατέστη επιβεβλημένη για την επίλυση χρόνιων σχετικών προβλημάτων που είχαν ανακύψει στην ασφαλιστική αγορά, δεν είναι αυτή απρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού δημοσίου συμφέροντος, δεν συνιστά περιορισμό της οικονομικής, και ειδικότερα της συμβατικής,  ελευθερίας και δεν αντιβαίνει στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας.